κρινοειδή

κρινοειδή
(crinoidea). Ομοταξία θαλάσσιων εχινοδέρμων, η οποία περιλαμβάνει πολλά απολιθωμένα είδη του παλαιοζωικού και του μεσοζωικού αιώνα και λίγα σύγχρονα είδη, τα οποία ζουν κυρίως σε μεγάλα βάθη. Πρόκειται για οργανισμούς με πεντακτινωτή συμμετρία, το σώμα των οποίων φέρει συνήθως πέντε βλεφαριδωτούς βραχίονες με ποδίσκους· οι βραχίονες αυτοί μπορεί να διακλαδίζονται, λαμβάνοντας τη μορφή φτερών. Το μεγαλύτερο μέρος του σώματος των κ. φέρει έντονα ασβεστοποιημένες πλάκες. Τόσο το στόμα όσο και η έδρα βρίσκονται στην επάνω επιφάνεια του σώματος, το οποίο προσκολλάται, τις περισσότερες φορές, στο υπόστρωμα με τη βοήθεια ενός μίσχου· ο μίσχος έχει την ικανότητα να αποκολλάται από το υπόστρωμα και να επιτρέπει την κίνηση του ζώου με τους βραχίονες, ενώ στις ομάδες των κ. των ρηχών νερών ο μίσχος απουσιάζει εντελώς. Όλα τα κ. είναι παθητικοί αιωρηματοφάγοι, δηλαδή δεν δημιουργούν τα ίδια κάποιο ρεύμα, αλλά στηρίζονται στην εξωγενή κίνηση του νερού για τη σύλληψη της τροφής, η οποία παγιδεύεται ανάμεσα στους ποδίσκους των βραχιόνων, για να οδηγηθεί στη συνέχεια στον πεπτικό σωλήνα. Οι πιο χαρακτηριστικοί αντιπρόσωποι των κ. είναι το γένος Pentacrinus, που περιλαμβάνει σύγχρονα είδη και έχει σώμα το οποίο αποτελείται από έναν μικρό ευλύγιστο μίσχο με τον οποίο προσκολλάται στον βυθό· ο μίσχος αυτός φέρει στο επάνω μέρος του ένα τμήμα με μορφή κάλυκα και μεγέθος καρυδιού, από το οποίο ξεκινούν πέντε διχαλωτοί πολύκλαδοι βραχίονες, όμοιοι με φτερά. Ο κάλυκας είναι ενισχυμένος, στο κατώτερο μέρος του, με ασβεστολιθικά πλακίδια. Στην επάνω επίπεδη επιφάνεια βρίσκεται το στόμα στο κέντρο, ενώ έκκεντρα ανοίγει σε ακτινοειδές σχήμα ο πρωκτός. Το γένος Comatula, άλλο κ., αποσπάται από τον μίσχο στην ηλικία του ώριμου ατόμου και μετακινείται στον βυθό, με κίνηση των εξαιρετικά ευκίνητων και λεπτών βραχιόνων της, που έχουν ζωηρό κόκκινο ή κίτρινο χρώμα. Συχνά ζει στα παράκτια νερά και μπορεί να αναπτυχθεί σε ενυδρείο, αρκεί αυτό να μην είναι εκτεθειμένο στο ηλιακό φως. Λόγω της χαρακτηριστικής μορφής τους, οι κοματούλες λέγονται επίσης κρίνοι της θάλασσας. (Παλαιοντολ.) Τα αρχαιότερα απολιθωμένα λείψανα που αποδίδονται με βεβαιότητα στα κ. βρέθηκαν στην Ευρώπη (Αγγλία), στα ιζηματογενή στρώματα της κατώτερης ορδοβικίου περιόδου, και στην Αμερική σε στρώματα της μέσης ορδοβικίου. Στο τέλος της σιλουρίου τα κ. βρίσκονταν σε πλήρη ανάπτυξη, που συνεχίστηκε εντεινόμενη σε όλη την παλαιοζωική Ευρώπη. Πριν από το τέλος της περμίου περιόδου εξαφανίστηκαν από τις θάλασσες όλες οι παλαιοζωικές μορφές και κατά το τριάσιο αντικαταστάθηκαν από τους εγκρινίδες, τους μπουργκετικρινίδες και τους πεντακρινίδες. Οι τελευταίοι αυτοί αναπτύχθηκαν πολύ κατά το ιουράσιο και το τριτογενές. Στην κρητιδική περίοδο, όπως και στην προηγούμενη, παρατηρήθηκε ανάπτυξη όλων των άλλων οικογενειών της τάξης των αρθρωτών, οι οποίες, με εξαίρεση τους εγκρινίδες και τους ευγενιακρινίδες (οι πρώτοι αποκλειστικοί του τριασίου, οι δεύτεροι του ιουρασίου και του κρητιδικού), έχουν αντιπροσώπους στις σημερινές θάλασσες. Περίφημα είναι τα κοιτάσματα απολιθωμάτων κ. της σιλουρίου της Ελβετίας (Γκότλαντ), της Βοημίας, του Ιλινόις και της Ιντιάνα (Βόρεια Αμερική), του δεβονίου της Ισπανίας (Αστούριας) και της Γαλλίας (Μεγιέν), και του λιθανθρακοφόρου του Βελγίου, της Αγγλίας και της Αφρικής. Τα σπουδαιότερα ευρήματα, ωστόσο, προέρχονται από τα περίφημα και πλουσιότατα κοιτάσματα της κατώτερης λιθανθρακοφόρου περιόδου που βρίσκονται κοντά στο Μπέρλινγκτον και στην Κρόφορντσβιλ (Βόρεια Αμερική). Συνολικά, έχουν περιγραφεί μέχρι σήμερα περισσότερα από 5.000 απολιθωμένα είδη. Ενδιαφέρον είναι το ότι τα παλαιοζωικά κ. προτιμούσαν να ζουν σε νερά όχι πολύ βαθιά, όπως μας δείχνει η πανίδα που σχετίζεται με αυτά (κ., κοράλλια, σπόγγοι και φύκη), σε αντίθεση με τα μεσοζωικά και τα σύγχρονα κ. (εκτός από τις κοματούλες), που είναι χαρακτηριστικά είδη του βαθέως και αβυσσαίου περιβάλλοντος, αντίστοιχα. Κατά την ιουράσιο περίοδο, κυρίως, η μεγάλη συσσώρευση λειψάνων κ. συνέβαλε στον σχηματισμό, σε διάφορες χώρες της Ευρώπης και της Αμερικής, ιδιαίτερων ασβεστολιθικών εναποθέσεων, που ονομάζονται ασβεστόλιθοι με τροχίτες. Απολιθωμένο κρινοειδές του γένους Pentacrinus, που αριθμεί και ζωντανά είδη· χαρακτηριστικά του είναι ο μακρύς μίσχος και το μεγάλο διάδημα βραχιόνων. Κρινοειδές του Ινδικού ωκεανού, προσκολλημένο στον κλάδο μιας γοργονίας. Όλα σχεδόν τα είδη των κρινοειδών, της ομοταξίας των θαλάσσιων εχινοδέρμων που υπάρχουν σήμερα, ζουν σε μεγάλα βάθη? στη φωτογραφία, η Comatula με τα κόκκινα και κίτρινα πλοκάμια.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • εχινόδερμα — (echinoderma). Φύλο ασπόνδυλων ζώων αποκλειστικά θαλάσσιων, με ποικίλη εξωτερική μορφή. Τα ενήλικα άτομα έχουν πεντακτινωτή συμμετρία, η οποία επιτρέπει την εσωτερική διαίρεση του ζώου σε πέντε τμήματα κατά τους κύριους άξονες του σώματος. Η… …   Dictionary of Greek

  • κρινοειδής — ές (AM κρινοειδής, ές) αυτός που μοιάζει με κρίνο νεοελλ. ζωολ. τα κρινοειδή ομοταξία εδραίων ή ελεύθερων εχινοδέρμων με μακριούς και εύκαμπτους βραχίονες. [ΕΤΥΜΟΛ. < κρίνον + ειδής*. Η λ. ως επιστημον. όρος είναι αντιδάνεια, πρβλ. αγγλ.… …   Dictionary of Greek

  • μυζόστομο — το ζωολ. δακτυλιοσκώληκας που ζει ως παράσιτο, κυρίως σε κρινοειδή. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. myzostome (< μύζω (ΙΙ) + στόμα)] …   Dictionary of Greek

  • αβυσσική πανίδα — Το σύνολο των θαλάσσιων οργανισμών που ζουν στα μεγάλα βάθη, σε περιβάλλον που δεν έχει καθόλου φως και επομένως ούτε βλάστηση. Οι προσπάθειες που επί έναν περίπου αιώνα έκαναν οι επιστήμονες για να εξερευνήσουν τις θαλάσσιες αβύσσους περίπου από …   Dictionary of Greek

  • δακτυλιοσκώληκες — Φύλο σκωληκομόρφων ζώων με κυλινδρικό σχήμα. Το σώμα τους εμφανίζει μεταμερική δομή, αποτελείται δηλαδή από πολλά δακτυλιοειδή τμήματα (ή μεταμερίδια), σε καθένα από τα οποία υπάρχει μια εσωτερική κοιλότητα που καθεμία περιέχει τα ίδια όργανα. Σε …   Dictionary of Greek

  • δεβόνιο — Γεωλογική περίοδος του παλαιοζωικού αιώνα, η οποία ακολουθεί το σιλούριο και προηγείται του λιθανθρακοφόρου. Περιλαμβάνει τη χρονική περίοδο από την εξαφάνιση των πραγματικών γραπτολίθων, έως την εμφάνιση του productus και του πρώτου αντιπροσώπου …   Dictionary of Greek

  • εξέλιξης, θεωρία της- — Θεωρία κατά την οποία όλα τα αντικείμενα του σύμπαντος έχουν υποστεί, με την πάροδο του χρόνου, μεταμορφώσεις σύμφωνα με μια φυσική διαδικασία εξέλιξης που τα οδήγησε βαθμιαία από μια αρχέγονη, ομοιογενή και αδιαφοροποίητη κατάσταση, σε… …   Dictionary of Greek

  • κυαθοκρινίδες — (cyathocrinidae). Οικογένεια ζώων που έχει εκλείψει και η οποία ανήκει στα κρινοειδή εχινόδερμα. Αντιπροσωπευτικό γένος αυτής είναι ο Cyathocrinus, ζώο με χαμηλό κάλυμμα σε σχήμα κύλικας, κυκλικό μίσχο και δέκα μακρείς βραχίονες. Απολιθωμένα… …   Dictionary of Greek

  • λιθανθρακοφόρο — Η πέμπτη γεωλογική περίοδος του παλαιοζωικού αιώνα, ανάμεσα στη δεβόνιο και στην πέρμιο περίοδο. Η ονομασία του προέρχεται από τα τεράστια αποθέματα απολιθωμένων ορυκτών ανθράκων (λιθάνθρακες, βλ. λ.), τα οποία εντοπίζονται μέσα στα πετρώματά του …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”